8. Αποκάλυψη Πρώτη
Δύο μετά τα μεσάνυκτα. Η κυρία Βασιλική είχε αποκοιμηθεί
στον καναπέ, μπροστά στο τζάκι. Στον απέναντι καναπέ τα στρωσίδια ανάστατα, μα
η Φωτεινή άφαντη. Σηκώθηκε να την ψάξει, έπρεπε να τη βρει να μιλήσουνε, να
μάθει και τη δική της άποψη, ήταν όλα τόσο παράξενα. Ο Στέφανος όλο το απόγευμα
δεν είχε ξεκολλήσει από την αγκαλιά της, δεν έκλαιγε, αλλά δεν πλησίαζε τη νονά
του. Κι ο Χρήστος, τόσο τυφλωμένος πια; Δεν το κατάλαβε πως το παιδάκι τους
έτρεμε από το φόβο του, του φάνηκε φυσιολογική αυτή η αντίδραση; Ευτυχώς, η
Μαίρη και η μπέμπα αποσύρθηκαν από νωρίς για ύπνο στο δωμάτιο του Στέφανου.
Βέβαια, ούτε κι αυτό της άρεσε. Δεν την ήθελε στον προσωπικό του χώρο, τόσο
κοντά στα πράγματά του, αλλά δεν μπορούσε να πει τίποτα, όχι ακόμα τουλάχιστον.
Ο Στέφανος κοιμόταν εδώ και καιρό στην κρεβατοκάμαρα του Χρήστου κι αυτό την
καθησύχαζε κάπως. Τουλάχιστον ήταν κοντά στον πατέρα του.
Προχώρησε προς την κουζίνα, μήπως η Φωτεινή καθόταν στο
τραπέζι και διάβαζε, όπως συνήθιζε να κάνει πολλά βράδια, όμως ούτε κι εκεί την
βρήκε. Την προσοχή της τράβηξε ένα απαλό χρυσοπράσινο φως που ερχόταν από τον
πάνω όροφο και έλουζε αμυδρά την ξύλινη σκάλα. Ανέβηκε πατώντας στις μύτες των
ποδιών της, μόλις έφτασε στην άκρη του διαδρόμου κατάλαβε ότι το φως έβγαινε
από την κρεβατοκάμαρα. Φοβήθηκε πολύ. Ήταν έτοιμη να ορμήσει τρέχοντας μέσα,
όταν άκουσε ένα παιδικό γέλιο και τη ζεστή φωνή της Φωτεινής να τραγουδάει
σιγανά, κελαρυστά, σχεδόν ψιθυριστά:
Κοιμήσου Αγγελούδι μου
Κι εγώ θα σε προσέχω
Πολυτιμότερο από σε
Στον κόσμο εγώ δεν έχω
Στα διαμαντένια σου
όνειρα
Φτερά θα σου φορέσω
Σ’ όμορφους κόσμους
μαγικούς
Για να σε ταξιδέψω
Κοιμήσου και μη
φοβηθείς
Μήτε βροχή ούτε κύμα
Θα σου κρατώ μες στην
καρδιά
Του γυρισμού το νήμα
Πλησίασε όσο πιο σιγά μπορούσε, σχεδόν δεν ανάσαινε, μα
μόλις την είδε, δεν κρατήθηκε και φώναξε άθελά της:
-Παναγία μου! Τι είσαι εσύ πάλι; Κι αμέσως κάλυψε με τα
χέρια της το στόμα της. Ήταν αργά. Η φωνή της είχε ξυπνήσει το Χρήστο. Άνοιξε
τρομαγμένος τα μάτια του και κοίταζε μια την κυρία Βασιλική, μια το πλάσμα που
στεκόταν μπροστά του. Και τι πλάσμα αλήθεια! Μακριά ξανθά μαλλιά, καταπράσινα
μάτια, λευκό δέρμα, το κορμί της
εξέπεμπε το πιο υπέροχο χρυσοπράσινο φως που είχε δει ποτέ, στους ώμους της στηρίζονταν
δυο τεράστια λευκά φτερά, μια αγγελική μορφή, ένας αληθινός άγγελος, ζωντανός,
εκεί μπροστά του!
-Ανατολή;;;; κούνησε
το κεφάλι του με δυσπιστία. Ανατολή, εσύ; Μα πώς; Όχι, δεν γίνεται…
-Σσσσς. Του ένευσε να σωπάσει. Εγώ είμαι Χρήστο, μη φοβάσαι.
-Καλά, πώς είναι δυνατόν; Εσύ είχες πεθάνει. Εγώ ο ίδιος σε
είδα να ξεψυχάς, είδα το πτώμα σου, σε είδα να…
- Δεν είδες κανένα πτώμα, αν θυμάσαι…
-Μα φυσικά! Αστερόσκονη! Τι χαζός!
-Όπως βλέπεις είμαι ολοζώντανη! Κι επιτέλους μαζί με το γιο
μου!
-Θα μου εξηγήσει κανείς κι εμένα τι συμβαίνει; Τους διέκοψε
η κυρία Βασιλική.
-Ναι, Βασιλική μου, απάντησε η Ανατολή και άρχισε να αλλάζει
μπροστά στα έκπληκτα μάτια τους, μέχρι που πήρε τη μορφή της Φωτεινής. Τους
έκανε σιωπηρά νόημα να μην πουν τίποτα.
- Από καιρό έπρεπε να είχα μιλήσει και στους δυο σας,
συγχωρέστε με, μα δεν το μπορούσα. Είναι πολλά αυτά που πρέπει να μάθετε και
δύσκολα. Όμως όχι εδώ. Εδώ κινδυνεύουμε. Καλύτερα να πάρουμε το Στέφανο και να
πάμε όλοι μαζί κάτω, στην κουζίνα, να πιούμε κάτι και να τα πούμε. Κάτι δυνατό,
γιατί οι αποκαλύψεις θα σας σοκάρουν.
Τύλιξαν το παιδί σε μια κουβέρτα και κατέβηκαν ο ένας μετά
τον άλλο, σιγά σιγά τις σκάλες. Ο Χρήστος γέμισε τρία ποτήρια με δυνατό κονιάκ
και τα ακούμπησε στο τραπέζι. Ήπιε μια γερή γουλιά από το δικό του. Τα μαύρα
του μαλλιά, ατίθασα πλαισίωναν το πρόσωπό του. Τα μάτια του σκοτεινά. Κάτι η
κούραση, κάτι η ανησυχία για όσα είχαν συμβεί και όσα θα ακολουθούσαν, έμοιαζε
σαν να είχε ξαφνικά γεράσει δέκα χρόνια. Δεν του έκλεβε αυτό κάτι από τη
γοητεία του όμως, μια γοητεία που η Ανατολή είχε προσέξει από την πρώτη στιγμή
που τον είδε, τότε στο γκαράζ του σπιτιού του στην Αθήνα. Δεν ήταν τα
χαρακτηριστικά του αυτά που τον έκαναν γοητευτικό, ήταν η καλοσύνη στο βλέμμα
του και το ζεστό του χαμόγελο. Ήξερε από την πρώτη στιγμή ότι μπορούσε να τον
εμπιστευθεί, να βασιστεί πάνω του. Και είχε δίκιο.
-Νομίζω μας χρωστάς κάποιες εξηγήσεις, Φωτεινή, η κυρία
Βασιλική διέκοψε πρώτη τη σιωπή. Ή να σε λέω Ανατολή; Ποια είσαι τέλος πάντων;
-Το αληθινό μου όνομα είναι Ανατολή. Και είμαι η μητέρα του
Στέφανου. Ειδικά σε σένα, χρωστάω μια συγνώμη. Μπήκα στο σπίτι σου σαν Φωτεινή,
σαν μια κατατρεγμένη γυναίκα, βασίστηκα στον οίκτο σου και στην καλή σου την
καρδιά. Αλλά δεν είχα άλλη επιλογή. Ήταν ο μόνος τρόπος να βρεθώ κοντά στο
παιδί μου.
-Δηλαδή, με κορόιδεψες; Η Φωτεινή δεν υπάρχει, δεν υπήρξε
ποτέ;
-Υπήρξε. Και η ιστορία της δυστυχώς είναι πέρα για πέρα
αληθινή. Τον πόνο της τον ένιωσα στο πετσί μου, όταν πήρα τη θέση της. Βλέπεις,
η Φωτεινή ξεψύχισε δίπλα στον κάδο, εκεί που πρωτοανταμώσαμε οι δυο μας. Λίγα
λεπτά πριν, η καρδούλα της δεν άντεξε στο κρύο και στην πείνα, μα κυρίως δεν
άντεξε πια να ζει φοβισμένη κι άφησε τον τελευταίο της κτύπο στο πεζοδρόμιο.
Ήμουν εκεί δίπλα της και της κρατούσα το χέρι. Μόλις σε είδα να πλησιάζεις
μπήκα στο σώμα της. Βλέπεις, έχω αυτή τη δύναμη.
-Μα τι είσαι επιτέλους;
Νεράιδα, μάγισσα, τι; Είπε ο Χρήστος, κάπως εκνευρισμένα.
-Όλα τα παραπάνω κι ακόμα περισσότερα. Δεν ξέρω πώς να
αρχίσω. Ξέρω πως τα μάτια σας έχουν δει πολλά και μπορείτε να πιστέψετε στο
αδύνατο, αλλά αυτό ξεπερνάει κατά πολύ την ανθρώπινη φαντασία.
Ο Στέφανος είχε σχεδόν αποκοιμηθεί στην αγκαλιά της μητέρας
του. Η αγωνία όλων είχε κορυφωθεί. Τόσο που κανείς δεν πρόσεξε τη Μαίρη,
κρυμμένη στο κούφωμα της σκάλας. Είχε ξυπνήσει από τις φωνές της κυρίας
Βασιλικής στην κρεβατοκάμαρα, τους ακολούθησε και τώρα περίμενε γεμάτη
περιέργεια να κρυφακούσει την ιστορία αυτής της μυστηριώδους γυναίκας, μήπως
έτσι καταλάβει κι η ίδια τι συνέβαινε, γιατί είχαν συμβεί όλα αυτά, μήπως
επιτέλους καταλάγιαζαν κι οι δικές της απορίες.
Η Ανατολή πήρε μια βαθιά ανάσα πριν συνεχίσει. Η ιστορία
ξεκινούσε πολύ πολύ παλιά, στην αρχή του χρόνου.
Καλημέρα! Ωραία αι η συνέχεια.. δεν την περίμενα είναι η αλήθεια!
ΑπάντησηΔιαγραφή@ΗΦΑΙΣΤΙΩΝΑΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΕμ αυτο ειναι το θεμα, να μην την περιμενεις! Κατσε να δεις και το επομενο!
χαχα εγώ το περίμενα, κατάλαβα ότι η Φωτεινή θα ήταν η μαμά του.. σορρυ έχω δει πολλά έργα.. οκ..
ΑπάντησηΔιαγραφήΠάω στο επόμενο!!!
@ποντικι
ΑπάντησηΔιαγραφήΑστα το παθαινω κι εγω! Πολλες φορες ξερω ακριβως τον επομενο διαλογο...ισως για αυτο δεν βλεπω πια συχνα ταινιες, βαριεμαι! Ελπιζω να μη βαρεθεις κι εσυ τη ιστορια μου...